powered by Agones.gr (Στοιχημα)
Powered By Blogger
English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Ο ΠΑΠΠΟΥΣ Ο ΜΑΝΩΛΑΚΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΤΗΛΕΟΡΑΣΑΝΘΡΩΠΟΙ

Ο παππούς ο Μανωλάκης πριν πέθάνει, στα εκατό και βάλε, πρόλαβε και έζησε τα πρώτα χρόνια της πάλαι ποτέ ασπρόμαυρης τηλεόρασης στην Ελλάδα. ΕΙΡΤ και ΥΕΝΕΔ.


Ο παππούς ο Μανωλάκης έζησε όλη του τη ζωή σ' ένα μικρό χωριουδάκι της νότιας Κρήτης,

όπου τα πρώτα χρόνια της TV, υπήρχε μία και μοναδική τηλεόραση στο καφενείο

όπου και πρωτοαντίκρυσε το σύχρονο θαύμα.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, τον παίρναμε καμιά φορά στην πόλη, να μείνει μαζί μας

κανένα μήνα. Μιά από 'κείνες τις φορές, μόλις είχαμε καταφέρει να πάρουμε κι εμείς την

πρώτη μας τηλεόραση. Χαράς ευαγγέλια γιά τον παππού, ο οποίος δεν ξεκόλλαγε απ' το γυαλί...


Ένα βράδυ, πιτσιρίκος εγώ τότε, με φωνάζει και μου λέει, δείχνοντάς μου την τηλεόραση.

-Κάτσε παιδί μου να σε ρωτήσω ένα πράγμα. Αυτοί που έρχονται εδώ στο σπίτι σας, έρχονται

και στο χωριό, στου Αδαμάκη το καφενείο. Τα βράδια, που στο διάολο πάνε και κοιμούνται;

Μαγκάκος εγώ και πονηρός, τον πήρα στο ψιλό τον παππού το Μανωλάκη και προσπαθούσα

να του εξηγήσω ότι οι άνθρωποι αυτοί δε βρίσκονται ούτε στο σπίτι μας,

ούτε στου Αδαμάκη το καφενείο, ούτε σε κανένα άλλο σπίτι ή καφενείο.


Μετά από λίγα χρόνια ο παππούς πέθανε και η ιστορική του απορία έμεινε και κυκλοφόρησε

σαν ανέκδοτο στην οικογένεια και στα πέριξ.

Όσο όμως πέρναγαν τα χρόνια, όποτε κάποιος θυμότανε τη φάση με τον παππού το Μανωλάκη

και την εξιστορούσε, κάθε φορά αναρωτιόμουν αν ήξερα τι του έλεγα τότε που χασκογελώντας

νόμιζα ότι του έλυνα την απορία.

Και σήμερα, κοντά 30 χρόνια μετά, που κάποιος ξαναθυμήθηκε την ιστορική απορία του παππού

και την ανέφερε, κατάλαβα τι μαλακίες καθόμουν και του έλεγα τότε του ανθρώπου.


Λοιπόν, παππού Μανωλάκη, τώρα που αρχίσανε να ασπρίζουνε κι εμένα τα μαλλιά μου,

νομίζω οτι μπορώ πιά να σου τη λύσω την απορία.

Πουθενά δεν πάνε τις νύχτες να κοιμηθούνε καημένε παππού. Κατ' αρχήν δεν κοιμούνται.

Ούτε μέρα ούτε νύχτα. Είναι δυό φορές βρυκόλακες και δε φεύγουνε ποτέ απ' το κουτί.

Όσα είναι τα κουτιά, σε τόσα σπίτια είναι κι αυτοί εγκατεστημένοι.

Και δεν τους βλέπουμε μόνο εμείς παππού. Μας βλέπουνε κι αυτοί.

Μας κοιτάζουνε στα μάτια και κάνουν αυτό που τους πληρώνουν γιά να κάνουν.

Μας λένε τι να σκεφτούμε, τι να κάνουμε, τι να φάμε, πως να ντυθούμε, τι να συμπαθούμε,

τι να αντιπαθούμε, που να πάμε, που να μην πάμε, ποιόν να βάλουμε να μας κυβερνήσει,

πως να γαμήσουμε, πως να μη ζήσουμε, πως να τινάξουμε τα μυαλά μας στον αέρα.

Αλλά ξέρεις ποιό είναι το θέμα παππού Μανωλάκη;

Δεν είναι το ότι μας τα λένε, είναι το ότι τα κάνουμε. Το ζήτημα δεν είναι ότι μας λένε

ψέματα, αλλά ότι τα πιστεύουμε. Και ξέρεις γιατί παππού Μανωλάκη; Γιατί δεν είναι το ότι

δε φεύγουνε αυτοί από τα σπίτια μας. Είναι το ότι δε φεύγουμε πιά κι εμείς.

Δε βγαίνουμε πιά από το σπίτι, να πάμε εκεί έξω να δούμε με τα μάτια μας αν αυτά που μας

λένε είναι έτσι όπως μας τα λένε, αν αυτά που μας δείχνουν υπάρχουν ή όχι.

Ο κόσμος πού ήξερες παππού Μανωλάκη, ο αληθινός, δεν υπάρχει πιά.

Τώρα υπάρχει ο κόσμος που περιγράφουν αυτοί σαν το ιδανικό μας καταφύγιο, εφ' όσον πλέον

δεν έχουμε τη δύναμη να ζήσουμε τις αληθινές, εφιαλτικές μας καθημερινότητες.

Κι ύστερα γκρινιάζουμε κι όλας ότι αυτοί, οι τηλεορασάνθρωποι, παίρνουνε της πουτάνας

τα λεφτά, ενώ εμείς δεν έχουμε να φάμε. Γιατί να μην πληρώνονται καλά οι άνθρωποι;

Αφού μιά χαρά την κάνουν τη δουλειά τους.

Α και πού 'σαι παππού! Που να τους δεις τώρα που είναι και έγχρωμοι!



Αναρτήθηκε από ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΗΣ ΜΟΝΑΞΙΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...