Ένα σχετικά εύκολο στην εφαρμογή του μέτρο για την αντιμετώπιση των νέων οικονομικών δεδομένων και την επίτευξη της μείωσης του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων είναι η θέση του προσωπικού σε διαθεσιμότητα. Πρόκειται για ένα μέτρο που επιβάλλεται μονομερώς από τον εργοδότη και δεν απαιτεί τη συναίνεση των ιδίων των εργαζομένων ή τυχόν υπάρχοντος σωματείου ή συμβουλίου, σε περίπτωση δε που εφαρμοσθεί από ιδιωτικές επιχειρήσεις δεν απαιτεί ούτε την έγκριση οιασδήποτε δημόσιας αρχής.
Για τη θέση του προσωπικού σε διαθεσιμότητα απαιτείται:
Να υφίσταται μείωση της οικονομικής δραστηριότητας της επιχείρησης, μείωση δηλαδή του κύκλου εργασιών της. Δεν αρκεί μόνο η ταμειακή αδυναμία και η μη δυνατότητα ανταπόκρισης στις τρέχουσες οικονομικές ανάγκες μισθοδοσίας του προσωπικού. Απαιτείται μείωση του όγκου των εργασιών. Να επιβάλλεται η διαθεσιμότητα εγγράφως. Τούτο σημαίνει ότι κάθε εργαζόμενος που τίθεται σε διαθεσιμότητα πρέπει να λάβει είτε από τον ίδιο τον εργοδότη (ή από πρόσωπο που ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό του) είτε μέσω δικαστικού επιμελητή ενυπόγραφο έγγραφο, στο οποίο θα γίνεται μνεία της μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας και θα εκτίθεται με σαφήνεια η διάρκεια της διαθεσιμότητας, το ακριβές δηλαδή χρονικό σημείο έναρξης και λήξης αυτής. Απαιτείται πάντως ιδιαίτερη προσοχή αναφορικά με την τήρηση του έγγραφου τύπου. Σε περίπτωση που απλώς ανακοινωθεί προφορικά στους εργαζόμενους η θέση τους σε διαθεσιμότητα ή που απλώς αναρτηθεί σε εμφανές σημείο της επιχείρησης σχετικό έγγραφο δεν θεωρείται ότι τηρήθηκαν οι διατυπώσεις του νόμου, με αποτέλεσμα η θέση σε διαθεσιμότητα να μην είναι νόμιμη και ο εργοδότης να υποχρεούται να καταβάλλει στους εργαζόμενους το σύνολο των αποδοχών τους.
Η ενημέρωση των εργαζομένων για τη θέση τους σε διαθεσιμότητα δεν θα πρέπει να είναι αιφνιδιαστική. Για το λόγο αυτό, μεταξύ της κοινοποίησης του σχετικού εγγράφου και της έναρξης της θέσης σε διαθεσιμότητα πρέπει να μεσολαβεί εύλογο χρονικό διάστημα, ώστε να μπορέσουν οι εργαζόμενοι να προετοιμασθούν και να αναζητήσουν, προσωρινά έστω, άλλη θέση εργασίας.
Ο εργοδότης, περαιτέρω, έχει το δικαίωμα να θέσει το προσωπικό του σε διαθεσιμότητα για χρονικό διάστημα που δεν ξεπερνά τους τρεις μήνες ετησίως. Η διαθεσιμότητα μπορεί να επιβληθεί είτε τμηματικά (π.χ. για 1 ή 2 μήνες) είτε απευθείας για διάστημα τριών μηνών. Απαιτείται όμως οι ημέρες διαθεσιμότητας να είναι συνεχόμενες. Δεν επιτρέπεται έτσι, ο εργοδότης να θέτει το προσωπικό σε διαθεσιμότητα ορισμένες μόνο ημέρες την εβδομάδα ή ορισμένες μόνο ώρες την ημέρα. Ανάλογα βέβαια με τις υπάρχουσες ανάγκες είναι δυνατό να τεθεί σε διαθεσιμότητα είτε όλο το προσωπικό, συμπεριλαμβανομένων και των συνδικαλιστικών στελεχών, είτε μόνο μέρος αυτού.
Κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας οι εργαζόμενοι λαμβάνουν το ½ του μέσου όρου των αποδοχών των 2 τελευταίων μηνών υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Αντίστοιχη είναι και η ασφάλισή τους. Ο εργοδότης θα καταβάλλει στο ΙΚΑ ασφαλιστικές εισφορές στη βάση των μειωμένων αποδοχών που λαμβάνουν οι εργαζόμενοι. Για λόγους πάντως διασφάλισης, σκόπιμο είναι τα έγγραφα με τα οποία τίθενται οι εργαζόμενοι σε διαθεσιμότητα να κοινοποιούνται στο ΙΚΑ, ώστε να λάβει γνώση αυτής, όπως και στον ΟΑΕΔ, προκειμένου να καταβληθεί στους εργαζόμενους το προβλεπόμενο επίδομα, καθώς επίσης και να ενημερώνονται σχετικά, πριν την επιβολή της διαθεσιμότητας, και τα τυχόν Συμβούλια των εργαζομένων, ώστε να αποφεύγονται διοικητικής φύσεως κυρώσεις.
Ενόσω διαρκεί η διαθεσιμότητα οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα να απασχολούνται σε άλλες θέσεις εργασίας, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι αποχωρούν οικειοθελώς. Ο εργοδότης, μάλιστα, δεν έχει δικαίωμα να συμψηφίσει τις αποδοχές που οι εργαζόμενοι λαμβάνουν από τη νέα τους εργασία με εκείνες που τους καταβάλλει λόγω της διαθεσιμότητας. Η διάρκεια πάντως της διαθεσιμότητας λογίζεται ως χρόνος εργασίας για το σύνολο των δικαιωμάτων των εργαζομένων και λαμβάνεται υπ΄ όψιν, για παράδειγμα, για τον υπολογισμό της αποζημίωσης απόλυσης, για την μισθολογική τους εξέλιξη κλπ.
Ο εργοδότης, τέλος, έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει την διαθεσιμότητα και νωρίτερα από τον αρχικά ορισθέν χρόνο. Η εν λόγω ανάκληση γίνεται εγγράφως, ο δε εργαζόμενος έχει υποχρέωση να επιστρέψει στην εργασία του εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, διαφορετικά θεωρείται ότι αποχώρησε οικειοθελώς.
© 2009 - Όλγα Χαριτίδου
http://www.voria.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου